- τοννελάδα
- η Νβλ. τονελάδα.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
τονελάδα — παλαιότερη γρφ. τοννελάδα, η, Ν 1. ναυτ. μονάδα εκτοπίσματος πλοίων ισοδύναμη με 1,132 ή 2,83 κυβικά μέτρα, ανάλογα με τη χώρα που χρησιμοποιεί τη μονάδα αυτή 2. μετρολ. α) ισπανική μονάδα βάρους ισοδύναμη με 1.000 χιλιόγραμμα β) πορτογαλική… … Dictionary of Greek